Διαχωριστικό ανεύρυσμα αορτής: Τύποι αορτικού διαχωρισμού
Σήμερα είναι ακόμα σε χρήση η ταξινόμηση του διαχωρισμού της αορτής κατά DcBakey. Σύμφωνα με την ταξινόμηση κατά DeBakey, ο διαχωρισμός της αορτής διακρίνεται σε τρεις τύπους
Ταξινόμηση διαχωρισμού της αορτής κατά DeBakey |
|
Τύπος Ι | Επεκτείνεται από τη ρίζα της αορτής μέχρι και την κοιλιακή αορτή |
Τύπος ΙΙ | Καταλαμβάνει μόνο την ανιούσα αορτή |
Τύπος III | ΙΙΙa: Καταλαμβάνει
μόνο την κατιούσα θωρακική αορτή ΙΙΙb: Καταλάμβανει την κατιούσα θωρακική αορτή και την κοιλιακή αορτή |
Στον τύπο Ι, ο διαχωρισμός καταλαμβάνει την ανιούσα αορτή, το αορτικό τόξο, την κατιούσα θωρακική αορτή και επεκτείνεται προς την κοιλιακή αορτή. Η ρήξη του έσω χιτώνα της αορτής συμβαίνει συνήθως στο πρόσθιο τοίχωμα της αρχικής μοίρας της ανιούσης αορτής. Εντούτοις, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η ρήξη δημιουργείται περιφερικότερα από την έκφυση της αριστερής υποκλειδίου αρτηρίας ή στην περιοχή του αορτικού τόξου, στις οποίες ο διαχωρισμός επεκτείνεται κεντρικά και καταλαμβάνει την ανιούσα αορτή. Ασθενείς με ρήξη περιφερικότερα από την έκφυση της αριστερής υποκλειδίου αρτηρίας, εμφανίζουν σε ποσοστό 10-15% και διαχωρισμό της ανιούσης αορτής. Η επέκταση του διαχωρισμού στη ρίζα της αορτής μπορεί να προκαλέσει ανεπάρκεια της αορτικής βαλβίδας ή και έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Ο διαχωρισμός τύπου II αφορά μόνο την ανιούσα αορτή και καταλήγει οξέως, ακριβώς πριν από την έκφυση της ανωνύμου αρτηρίας.
Ο διαχωρισμός τύπου III εντοπίζεται στην κατιούσα θωρακική αορτή (ΙΙΙa) ή συνηθέστερα επεκτείνεται και προς την κοιλιακή αορτή καταλαμβάνοντας μερικές φορές και τις λαγόνιες αρτηρίες (ΙΙΙb). Στις περιπτώσεις αυτές η ρήξη του έσω χιτώνα εντοπίζεται αμέσως μετά την έκφυση της υποκλειδίου αρτηρίας.
Η συχνότητα εντόπισης του διαχωρισμού ποικίλλει στις διάφορες μελέτες. Σε μεγάλες σειρές των DeBakey και συν., που περιλαμβάνουν οξείς και χρόνιους διαχωρισμούς της αορτής, οι τύποι Ι και II αποτελούν περίπου το 35% των περιπτώσεων, ενώ σε άλλες μελέτες οι διαχωρισμοί αυτοί αποτελούν περίπου το 50% των περιπτώσεων. Ο οξύς διαχωρισμός του αορτικού τόξου από πρωτοπαθή ρήξη στην περιοχή του, είναι λιγότερο συχνός και αποτελεί περίπου το 15% του συνόλου των διαχωρισμών της αορτής. Άλλες πάλι μελέτες, κλινικές και νεκροτομικές, ανεβάζουν τη συχνότητα του οξέος διαχωρισμού τύπου II σε ποσοστό 65-85% των περιπτώσεων. Γενικά υποστηρίζεται ότι ο οξύς διαχωρισμός της ανιούσης αορτής αποτελεί τη συχνότερη μορφή των διαχωρισμών.