Μαγνητική στεφανιογραφία
Μαγνητική στεφανιογραφία: Μια νέα τεχνική
Μία νέα μη επεμβατική τεχνική που βασίζεται στην μαγνητική τομογραφία, χάρη στην οποία οι γιατροί μπορούν να έχουν μία τρισδιάστατη εικόνα της καρδιάς και των αγγείων της. Η νέα τεχνική με την ονομασία μαγνητική στεφανιογραφία, θα αποτελέσει μελλοντικά, σύμφωνα με τους ειδικούς, το κύριο διαγνωστικό εργαλείο για τη διάγνωση της στεφανιαίας νόσου, την ανεύρεση δηλαδή των αγγείων της καρδιάς που έχουν αποφραχθεί.
Το πλεονέκτημα της νέας τεχνικής είναι ότι προσφέρει υψηλής ευκρίνειας τρισδιάστατες εικόνες της καρδιάς και των στεφανιαίων αγγείων, εφάμιλλης ποιότητας με αυτές της κλασσικής στεφανιογραφίας, χωρίς την εισαγωγή καθετήρα στα αγγεία και την έγχυση σκιαγραφικού υγρού.
Αν και είναι πολύ νωρίς για να υποστηρίξουμε ότι η μαγνητική στεφανιογραφία θα αντικαταστήσει την "κλασική" μέθοδο, η νέα μέθοδος σίγουρα θα αποτελέσει μια συμπληρωματική εξέταση για τη στεφανιογραφία που είναι πιο επεμβατική. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η μαγνητική αγγειογραφία κοστίζει σχεδόν τα μισά χρήματα, σε σχέση με την κλασική μέθοδο.
Μαγνητική στεφανιογραφία (ΜΣ)
Ανασύνθεση μαγνητικής στεφανιογραφίας (ΜΣ) σε ένα επίπεδο, σε παιδιατρικό ασθενή με συγγενώς διορθωμένη μετάθεση μεγάλων αγγείων και μη συμβατική έκφυση των στεφανιαίων αρτηριών. Στους ασθενείς με συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες η ΜΣ έχει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα λόγω της αξιόπιστα καλής απεικόνισης, μη επεμβατικά και χωρίς έκθεση σε ιονίζουσα ακτινοβολία. |
Σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, η ύπαρξη στενώσεων προκαλεί εντοπισμένη απώλεια σήματος στην περιοχή της στένωσης. Η μέθοδος έχει δοκιμασθεί σε διάφορους πληθυσμούς ασθενών με υπόνοια νόσου, και έχει δειχθεί ότι στην πλειοψηφία ασθενών με σημαντικές στενώσεις, η ΜΣ σωστά τους χαρακτηρίζει ως έχοντες στεφανιαία νόσο. Στις πιο πολλές μελέτες όμως η ΜΣ έχει βρεθεί να έχει υψηλό ποσοστό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων, δηλαδή να δείχνει σημαντική στεφανιαία νόσο σε ασθενείς που δεν έχουν στενώσεις.
Για τους περισσότερους ασθενείς η ΜΣ δεν είναι υποκατάστατο της συμβατικής επεμβατικής στεφανιογραφίας. Αν βρεθεί θετικό αποτέλεσμα η συμβατική στεφανιογραφία δεν αποφεύγεται, μια και η οριστική επιβεβαίωση θα πρέπει ούτως ή άλλως να γίνει επεμβατικά. Αν η ΜΣ είναι αρνητική, και πάλι δεν μπορεί να αποκλεισθεί με βεβαιότητα η ύπαρξη περιφερικότερων στενώσεων σε τμήματα των στεφανιαίων αρτηριών που δεν μπορούν να απεικονισθούν.
Σε ειδικές μόνο ομάδες ασθενών η μέθοδος μπορεί να εφαρμοσθεί ως η μόνη πρακτική διέξοδος. Οι ομάδες αυτές περιλαμβάνουν ασθενείς με επικίνδυνες αλλεργικές αντιδράσεις στα ιωδιούχα σκιαγραφικά, ασθενείς στους οποίους έχει αποτύχει η συμβατική στεφανιογραφία και ασθενείς για τους οποίους το ερώτημα εστιάζεται στο εγγύς μόνο τμήμα των στεφανιαίων αρτηριών.
Νεότερες εξελίξεις στο χώρο της ΜΣ εστιάζονται στην απεικόνιση με υψηλότερη ευκρίνεια ώστε να απεικονιστούν περιφερικότερα τμήματα των αγγείων. Αυτό μπορεί να γίνει με χρησιμοποίηση συστημάτων υψηλού μαγνητικού πεδίου, σκιαγραφικών μέσων αντίθεσης ή τεχνικών ταχύτερης απεικόνισης και μεθόδων καλύτερης αντιστάθμισης της καρδιακής και αναπνευστικής κίνησης. Επίσης, την τελευταία πενταετία σημαντικές εξελίξεις έχουν γίνει στην απεικόνιση του τοιχώματος των στεφανιαίων αρτηριών και την αξιολόγηση της αθηρωματικής πλάκας. Σε πειραματικά μοντέλα έχει εκτιμηθεί το πάχος του τοιχώματος και έχει βρεθεί μεγαλύτερο σε ασθενείς με υποκλινική στεφανιαία νόσο σε σχέση με φυσιολογικούς εθελοντές. Η μελέτη του τοιχώματος είναι πιο σημαντική από τη μελέτη του αυλού, και πιστεύεται ότι στα επόμενα χρόνια θα μπορεί να διακρίνει ασθενείς που είναι επιρρεπείς σε οξέα στεφανιαία σύνδρομα (ασταθή στηθάγχη και έμφραγμα του μυοκαρδίου).