Iβαμπραδίνη (Ivabradine)

Θεραπευτικές ενδείξεις:

Συμπτωματική αγωγή της χρόνιας σταθερής στηθάγχης σε ασθενείς με φυσιολογικό φλεβοκομβικό ρυθμό, οι οποίοι παρουσιάζουν αντένδειξη ή δυσανεξία στους β-αποκλειστές.

Τα συμπτώματα της στηθάγχης (πόνος στο στήθος, στον βραχίονα ή στη γνάθο) εκδηλώνονται όταν η καρδιά δεν λαμβάνει αρκετό οξυγονωμένο αίμα. Στη χρόνια σταθερή στηθάγχη, τα συγκεκριμένα συμπτώματα εμφανίζονται κατά την καταβολή σωματικής προσπάθειας.

Η ιβαμπραδίνη είναι αμιγής παράγοντας μείωσης της καρδιακής συχνότητας. Η ιβαμπραδίνη δρα ως αναστολέας των διαύλων lf: πρόκειται για ειδικά κύτταρα στον φλεβόκομβο, τον «βηματοδότη» της καρδιάς, ο οποίος ελέγχει τις καρδιακές συστολές και ρυθμίζει τον καρδιακό παλμό. Όταν οι δίαυλοι αποκλείονται, η καρδιακή συχνότητα μειώνεται, η λειτουργία της καρδιάς ελαττώνεται και χρειάζεται λιγότερη ποσότητα οξυγονωμένου αίματος. Η ιβαμπραδίνη συνεπώς μειώνει ή προλαμβάνει τα συμπτώματα της στηθάγχης.

Πώς χρησιμοποιείται η ιβαμπραδίνη

Η συνήθης συνιστώμενη δόση έναρξης της ιβαμπραδίνης είναι 5 mg δύο φορές την ημέρα. Στους ασθενείς ηλικίας 75 ετών και άνω μπορεί να χορηγείται δόση έναρξης 2,5 mg πριν από την αύξηση της δόσης στα 5 mg. Μετά από τρεις έως τέσσερις εβδομάδες αγωγής, η δόση μπορεί να αυξηθεί στα 7,5 mg δύο φορές την ημέρα, ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία.

Εάν κατά τη διάρκεια της αγωγής μειωθεί σταθερά η καρδιακή συχνότητα κάτω από 50 παλμούς ανά λεπτό σε ηρεμία ή εάν ο ασθενής εκδηλώσει συμπτώματα που σχετίζονται με βραδυκαρδία, όπως ζάλη, κόπωση ή υπόταση, η δόση πρέπει να τιτλοποιηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένης και της πιθανής δόσης των 2,5 mg δύο φορές την ημέρα (μισό δισκίο των 5 mg δύο φορές την ημέρα). Η αγωγή πρέπει να διακόπτεται εάν η καρδιακή συχνότητα παραμένει κάτω από 50 ή εάν επιμένουν τα συμπτώματα της βραδυκαρδίας

Ποιοι κίνδυνοι συνδέονται με την ιβαμπραδίνη

Η συνηθέστερη ανεπιθύμητη ενέργεια (περισσότεροι από 1 στους 10 ασθενείς) είναι τα φωτεινά φαινόμενα («φωτοψίες», παροδική αυξημένη φωτεινότητα σε περιορισμένη περιοχή του οπτικού πεδίου). Άλλες συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η θαμπή όραση, η βραδυκαρδία, η αρρυθμία, η κεφαλαλγία (συνήθως κατά τον πρώτο μήνα της αγωγής) και η ζάλη. Η πλήρης περιγραφή των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρθηκαν με την ιβαμπραδίνη περιλαμβάνεται στο φύλλο οδηγιών χρήσης.

Η ιβαμπραδίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε άτομα που ενδέχεται να παρουσιάζουν υπερευαισθησία (αλλεργία) στην ιβαμπραδίνη ή σε οποιοδήποτε άλλο συστατικό του φαρμάκου, που έχουν καρδιακή συχνότητα χαμηλότερη από 60 παλμούς ανά λεπτό σε ηρεμία, που έχουν σοβαρή υπόταση, που έχουν διάφορους τύπους καρδιοπαθειών (καρδιογενές σοκ, διαταραχές καρδιακού ρυθμού, καρδιακή προσβολή ή καρδιακή ανεπάρκεια), που έχουν σοβαρή ηπατοπάθεια ή που είναι σε εγκυμοσύνη ή θηλάζουν.

Ιδιοσκεύασμα: Procoralan, δισκία 5 και 7,5 mg