Υπολιπιδαιμικά φάρμακα
Οι παράγοντες αυτοί χρησιμοποιούνται για να μειώσουν τα επίπεδα της χοληστερίνης (χοληστερόλης) ή και των τριγλυκεριδίων στο αίμα. Για την επιλογή τον πιο κατάλληλου καλό είναι να θυμάται κανένας ότι η υπερλιπιδιαμία δεν είναι νόσος, αλλά παράγοντας κινδύνού.
Η λήψη οποιονδήποτε αντιλιπιδαιμικού παράγοντα θα πρέπει απαραιτήτως να συνοδεύεται από δίαιτα, αποχή από το κάπνισμα, διατήρηση χαμηλού (πλησίον στο ιδανικό) σωματικού βάρους και ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης (σε υπερτασικούς).
Η δίαιτα πρέπει να είναι πάντοτε η αρχική επιλογή στη θεραπεία. Γενικά πρέπει να ακολουθείται για διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών πριν αρχίσει η φαρμακευτική αγωγή. Σε ορισμένους ασθενείς υψηλού κινδύνου η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αρχίσει μετά από μικρότερη περίοδο διαιτητικής αγωγής. Τέλος η δίαιτα θα πρέπει να συνεχίζεται και στη διάρκεια της θεραπείας.
Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η θεραπεία που ελαττώνει την χοληστερίνη χαμηλής πυκνότητας (LDL) ή και αυξάνει την χοληστερίνη υψηλής πυκνότητας (HDL) ελαττώνει την πρόοδο της στεφανιαίας αθηροσκλήρωσης και ακόμη μπορεί να προκαλέσει υποστροφή των αθηροσκληρωτικών βλαβών.
Κατηγορίες
Οι ρητίνες (π.χ. χολεστυραμίνη, χολεστιπόλη κλπ) παρεμβαίνουν στον εντεροηπατικό κύκλο των χολικών αλάτων, προδρόμων της χοληστερίνης, μειώνοντας έτσι τα επίπεδά της στο αίμα. Το συνηθέστερο μειονέκτημά τους πού αποθαρρύνει τους ασθενείς από τη λήψη τους είναι η δυσκοιλιότητα. Ενδείκνυται κυρίως σε υπερχοληστεριναιμία τύπού ΙΙ.
Οι φιβράτες (πχ. φαινοφιβράτη, βεζαφιβράτη, γεμφιβροζίλη κλπ.) μειώνουν τη στάθμη της χοληστερίνης, της LDL, κυρίως όμως των τριγλυκεριδίων. Συνιστώνται κυρίως στις υπερλιπιδαιμίες τύπού ΙΙΙ και IV, αλλά και ΙΙ μόνες ή σε συνδυασμό με ρητίνες.
Οι στατίνες (π.χ. λοβαστατίνη, σιμβαστατίνη, πραβαστατίνη κλπ.) αναστέλλουν την αναγωγάση του 3-υδροξυ-3-μεθυλγλουταρικού συνενζύμου Α (HMG-CoA), ενός ενζύμου πού ρυθμίζει την ταχύτητα σύνθεσης της χοληστερίνης. Με αυτό τον τρόπο οι στατίνες αναστέλλουν τη σύνθεση της χοληστερίνης σε πολύ πρώιμο στάδιο. Είναι πολύ ισχυρά αντιχοληστερινικά φάρμακα, αλλά δεν μειώνουν πολύ λίγο τα τριγλυκερίδια.