Σχηματισμός της αθηρωματικής πλάκας

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της αθηροσκλήρωσης είναι η συσσώρευση χοληστερόλης στο αρτηριακό τοίχωμα. Η συσσώρευση χοληστερόλης στον αρτηριακό έσω χιτώνα αρχίζει με την στρατολόγηση μονοκυττάρων από το αίμα. Δια μέσου μορίων συγκόλλησης τα μονοκύτταρα εισδύουν στον έσω χιτώνα, όπου υφίστανται διαφοροποίηση σε μακροφάγα. Τα μακροφάγα είναι εφοδιασμένα με τους ονομαζόμενους υποδοχείς αποκάθαρσης, οι οποίοι συνδέονται και εσωτερικοποιούν τα μόρια της LDL (κακή χοληστερίνη), ιδιαίτερα τα μόρια της οξειδωμένης LDL. Τα μακροφάγα φορτίζονται με χοληστερόλη και μετατρέπονται σε αφρώδη κύτταρα. Η συσσώρευση των αφρωδών κυττάρων στον έσω χιτώνα αποτελεί ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της πλάκας. Τα κύτταρα αυτά ενδέχεται να υποστούν κυτταρικό θάνατο και ρήξη, διεργασίες με τις οποίες η εξωκυτταρική χοληστερόλη συσσωρεύετε στην πλάκα.

Οι αθηροσκληρωτικές βλάβες αναπτύσσονται στον έσω χιτώνα. Η πρωιμότερη βλάβη είναι η ονομαζόμενη λιπώδης γράμμωση, που εμφανίζεται στην παιδική ηλικία και αποτελείται κυρίως από φορτισμένα με χοληστερόλη μακροφάγα. Οι προχωρημένες αθηροσκληρωτικές βλάβες ονομάζονται ινώδεις πλάκες. Η εστεροποιημένη και η ελεύθερη χοληστερόλη είναι τα επικρατούντα λιπίδια. Μία ινώδης κάψα, που περιέχει λεία μυϊκά κύτταρα, μακροφάγα και Τ-λεμφοκύτταρα καλύπτει την πλάκα. Οι ινώδεις πλάκες προβάλλουν προς τον αυλό και μπορεί να παρακωλύουν την ροή αίματος.

Στάδια της αθηροσκλήρωσης

Η υπέρταση, η υπερχοληστερολαιμία και οι οξειδωτικές αντιδράσεις, που εμφανίζονται σε όλες τις μορφές της φλεγμονής και στο κάπνισμα, καταστρέφουν (τραυματίζουν) τα ενδοθηλιακά κύτταρα του αγγείου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την πρόωρη αθηροσκλήρωση, η οποία ξεκινά από το ενδοθήλιο.

Τα ενδοθηλιακά κύτταρα ρυθμίζουν τη διαστολή των λείων μυϊκών ινών μέσω του νιτρικού οξειδίου (ΝΟ) και τη συστολή μέσω της απελευθέρωσης της ενδοθηλίνης.

Η ενδοθηλίνη δρα στα αιμοπετάλια και στον υπενδοθηλιακό ιστό. Είναι απαραίτητη για τη συγκόλληση τους με στόχο την επούλωση των μικρών και μέσου μεγέθους τραυμάτων.

Επίσης, διεγείρει τα ενδοθηλιακά κύτταρα και τα μονοκυτταρα/μακροφάγα. Η HDL (καλή χοληστερίνη) δεν διαπερνά το ενδοθήλιο. Αντίθετα η LDL (κακή χοληστερίνη) μπορεί να οξειδωθεί και να διαπεράσει το ενδοθήλιο υπό μορφήν οξειδωμένων λιπιδίων. H οξειδωμένη ή εστεροποιηθεισα LDL είναι τοξική για τα μακροφάγα και δεν αποβάλλεται.

Τα κύτταρα αυτοκαταστρέφονται και νεκρώνονται - νέκρωση των λιπωδών κυττάρων (Φάση Ι της αθηροσκλήρωσης = λιπώδεις γραμμώσεις). Κάθε νεκρό κύτταρο είναι ένα επιπλέον ερέθισμα για τον οργανισμό ο οποίος στη συνέχεια προσπαθεί να αυτοπροστατευθεί.

Τα μακροφάγα και τα λεία μυϊκά κύτταρα μεταναστεύουν προς τον αυλό του αγγείου, όπου εγκαθίστανται κάτω από τα ενδοθηλιακά κύτταρα και πολλαπλασιάζονται. Σαν αποτέλεσμα, το ενδοθήλιο σταδιακά προβάλλει μέσα στον αυλό και χάνει την λεία του επιφάνεια. Αυτή η συνεχιζόμενη διαδικασία είναι γνωστή ως νεοενδοθηλίωση (φάση II), η οποία στενεύει τον αγγειακό αυλό και έχει σαν αποτέλεσμα την στροβιλώδη ροή του αίματος η οποία ερεθίζει το ενδοθήλιο. Εν τω μεταξύ, μειώνεται η αγγειακή ελαστικότητα, διατηρείται η υπέρταση και σαν αποτέλεσμα τα αγγεία και η καρδιά φορτίζονται (καρδιακή υπερτροφία).

Η αυξημένη διαταραχή στα αγγεία είναι γνωστή σαν αθηροσκλήρωση και καταλήγει σε βλάβη του οργάνου στόχου από την ισχαιμία και τον θρομβοεμβολισμό (φάση III).

Ο τραυματισμός του ενδοθηλίου με τη συγκέντρωση των αιμοπεταλίων ή τη νέκρωση των μακροφάγων προάγει τον πολλαπλασιασμό των μονοκύτταρων και των λείων μυϊκών κυττάρων που μεταναστεύουν στην περιοχή της βλάβης. Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται για πολλά χρόνια λόγω της μόνιμης μηχανικής φόρτισης που δέχεται το ενδοθήλιο, ή της λιπιδαιμικής φόρτισης.

 

   

Πώς αναπτύσσεται η αθηροσκλήρωση

Το τοίχωμα μιας αρτηρίας αποτελείται από διάφορα στρώματα. Η εσωτερική επένδυση ή το εσωτερικό στρώμα (ενδοθήλιο) είναι συνήθως ομαλή και συνεχής. Η αθηροσκλήρωση αρχίζει όταν τραυματίζεται το ενδοθήλιο.

Κατόπιν ορισμένα λευκοκύτταρα του αίματος αποκαλούμενα μονοκύτταρα ενεργοποιούνται και κινούνται από το αίμα και μέσω του τραυματισμένου ενδοθηλίου μιας αρτηρίας στο τοίχωμα αυτής. Μέσα στο τοίχωμα μετασχηματίζονται σε αφρώδη κύτταρα, τα οποία είναι κύτταρα που συλλέγουν τα λιπαρά υλικά, κυρίως χοληστερόλη. Ταυτόχρονα, τα λεία μυικά κύτταρα κινούνται από το μέσο χιτώνα προς το ενδοθήλιο και εκεί πολλαπλασιάζονται. Επίσης συνδετικός και ελαστικός ιστός συσσωρεύεται κάτω από το ενδοθήλιο, όπως επίσης και συντρίμμια κυττάρων, κρύσταλλοι χοληστερόλης και ασβέστιο. Αυτή η συσσώρευση των αφρωδών κυττάρων, των λείων μυικών κυττάρων, και άλλων υλικών διαμορφώνει μια ετερόκλητη συσσώρευση αποκαλούμενη αθήρωμα ή αθηρωματική πλάκα. Καθώς η πλάκα μεγαλώνει από τη συνεχή εναπόθεση των ανωτέρω υλικών, παχύνετε και καταλαμβάνει το εσωτερικό της αρτηρίας. Αυτό δημιουργεί τοπικά στένωση της αρτηρίας που εμποδίζει την ομαλή ροή του αίματος.

Μία σταθερή πλάκα μπορεί να εξελιχθεί σε ασταθή, ευάλωτη πλάκα. Η ευάλωτη πλάκα είναι επιρρεπής σε ρήξη και μπορεί να αποτελεί την θέση σχηματισμού θρόμβου. Οι ευάλωτες πλάκες έχουν, συγκριτικά, λεπτότερες ινώδεις κάψες, αυξημένες ποσότητες ενζύμων αποδόμησης της θεμέλιας ουσίας και μεγάλους, πλούσιους σε λιπίδια, πυρήνες.

Κύρια όργανα-στόχοι της αθηροσκλήρωσης

Καρδιά

Αθηρωμάτωση των στεφανιαίων αγγείων, στηθάγχη, έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Σαν αποτέλεσμα της στεφανιαίας αθηρωμάτωσης, η τροφοδοσία της καρδιάς με αρτηριακό αίμα είναι μειωμένη. Ο καρδιακός μυς έχει αυξημένο έργο. Η αριστερή κοιλία υπερτρέφεται σαν αποτέλεσμα προσαρμογής της στο αυξημένο έργο που κάνει, όπως π.χ. στην περίπτωση της υπέρτασης. Το έργο είναι μεγαλύτερο και η καρδιά χρειάζεται περισσότερο οξυγόνο. Αποτέλεσμα είναι η εμφάνιση στηθάγχης (ισχαιμία) ή εμφράγματος του μυοκαρδίου (κυτταρική νέκρωση)

Εγκέφαλος

Τα αρχικά σημάδια της αθηρωμάτωσης των καρωτιδικών αρτηριών εμφανίζονται υπό μορφή μικρών εμβόλων που αποσπώνται (παροδικά ισχαιμικά επεισόδια). Ο οργανισμός είναι ικανός να ανταπεξέλθει σ' αυτά τα μικρά θρομβοεμβολικά επεισόδια. Πιο σοβαρή αθηρωμάτωση, ειδικότερα των εγκεφαλικών αρτηριών, έχει σαν αποτέλεσμα δυσλειτουργία σε μεγάλες περιοχές του φλοιού του εγκεφάλου, όπως στο αγγειοεγκεφαλικό επεισόδιο με τις γνωστές νευρολογικές διαταραχές (ημιπάρεση, απώλεια ομιλίας).

Νεφροί

Οι νεφροί εμφανίζουν επίσης ελαφρά ισχαιμία και μικρά θρομβοεμβολικά επεισόδια στα αρχικά στάδια. Στα αρχικά ευρήματα εμφανίζονται ερυθροκύτταρα στα ούρα (μικρό- ή μακροαιματουρία). Ο νεφρικός ιστός καταστρέφεται και οι βιοχημικές παράμετροι όπως η ουρία και η κρεατινίνη αυξάνονται. Συγχρόνως εμφανίζεται λευκωματουρία. Ενδοκρινικοί παράγοντες που διεγείρονται από τη διαταραγμένη νεφρική λειτουργία προκαλούν τη "νεφρική υπέρταση". Το αποτέλεσμα είναι υπερτασική/ αθηροσκληρωτική νεφρική ανεπάρκεια. Αυτή με τη σειρά της επιδεινώνει την υπέρταση.

Οι αρτηρίες των κάτω άκρων

Η αορτή στο σύνολο της εμφανίζει ιδιαίτερα έντονη αθηροσκλήρωση. Μικρά έμβολα μπορεί να αποσπαστούν. Συνήθως όμως περνούν απαρατήρητα. Όταν αποσπώνται μεγαλύτερα έμβολα δημιουργείται οξεία απόφραξη στα περιφερικά αγγεία. Το αποτέλεσμα είναι είτε εμβολή είτε ισχαιμική νέκρωση.

Εάν η αθηροσκλήρωση επιδεινωθεί στα αγγεία των κάτω άκρων, ο ασθενής

παραπονείται για ισχαιμικό πόνο γνωστό ως διαλείπουσα χωλότητα.

Εάν το αγγείο αποφραχθεί περισσότερο, ο ασθενής υποφέρει από ισχαιμικό πόνο και κατά την ηρεμία. Είναι πιθανόν να επέλθει νέκρωση του κάτω άκρου, που μπορεί να οδηγήσει σε ακρωτηριασμό.