Κρέας

Γενικά

Το κρέας δεσπόζει στο «μενού» της διατροφής μας και έχει μεγάλη σημασία για τη σωστή θρέψη και ανάπτυξη του ανθρώπου. Περιέχει πρωτεΐνες, σίδηρο, βιταμίνη Β12, που λαμβάνεται μόνο από ζωικά προϊόντα, κ.ά. «Κόκκινο κρέας» θεωρούνται το χοιρινό, το μοσχάρι, το αρνί και το κατσίκι, ενώ στο «άσπρο κρέας» κατατάσσονται το το κοτόπουλο, η γαλοπούλα, το κουνέλι κ.ά. Οι κίνδυνοι από τη μη ισορροπημένη και την κακή διατροφή καιροφυλακτούν σε σχέση με το κρέας λόγω αφενός της ποσότητας και αφετέρου της ποιότητας του κρέατος που καταναλώνουμε.

Ουκ εν τω πολλώ το ευ

Πριν από 40 χρόνια η κατανάλωση κρέατος ήταν περίπου 35 γραμμάρια ημερησίως και σήμερα έχουμε φθάσει να καταναλώνουμε περισσότερα από 150 γραμμάρια ημερησίως. Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτες, τα παιδιά τρώνε ημερησίως περισσότερα από 50 γραμμάρια επεξεργασμένου κρέατος (αλλαντικά κ.ά.). Η ιδανική ποσότητα κρέατος που πρέπει να καταναλώνουμε είναι 100 γραμμάρια κόκκινου κρέατος την εβδομάδα! Μην τρομάζετε, συνηθισμένοι από την ολοκληρωτική διείσδυση της κρεατοφαγίας στο διαιτολόγιό σας. Υγεία δεν σημαίνει σίγουρα κατανάλωση 150 γραμμαρίων ημερησίως, όπως γίνεται σήμερα.

Η κατανάλωση πουλερικών, αβγών και κόκκινου κρέατος δεν θα πρέπει να ξεπερνά κατά μέσού όρο τη μια μικρομερίδα την ημέρα ή μία πλήρη μερίδα κάθε δεύτερη ημέρα, ενώ περαιτέρω μείωση δεν φαίνεται να απειλεί την καλή υγεία των ενηλίκων. Το κρέας των πουλερικών προτιμάται από το κόκκινο κρέας, ενώ τα αβγά, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρησιμοποιούνται στη μαγειρική και στη ζαχαροπλαστική, δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα τέσσερα την εβδομάδα. Κατά συνέπεια ένα άτομο μπορεί να καταναλώνει τρία αβγά την εβδομάδα και δύο μερίδες την εβδομάδα κρέας πουλερικών.

Η πρόσληψη κρέατος, και ιδιαίτερα κόκκινου κρέατος, σχετίζεται σταθερά με τον καρκίνο του παχέος εντέρου και ενδεχομένως με άλλες μορφές καρκίνου και με τη στεφανιαία νόσο. Τόσο το κρέας όσο και τα αβγά περιέχουν σχετικά υψηλές ποσότητες χοληστερόλης. Το κόκκινο κρέας έχει περισσότερα κεκορεσμένα λίπη, γι' αυτό αυξάνει τον κίνδυνο για έμφραγμα (αρτηριοσκλήρωση) και για καρκίνο. Προτιμάται το άσπρο κρέας - εφόσον τα πουλερικά δεν διατρέφονται με ακατάλληλες τροφές που αλλοιώνουν τη σύνθεση του κρέατός τους.

Κίνδυνοι από από την κακή ποιότητα κρέατος

Εκτός από την παθογόνο prion, τον παράγοντα που ευθύνεται για τη νόσο των τρελών αγελάδων, πλείστοι άλλοι κίνδυνοι καιροφυλακτούν κατά την κατανάλωση κρέατος. Αφορούν παθογόνους μικροοργανισμούς (βακτήρια και παράσιτα) και σπανίως ιούς, αλλά και κατάλοιπα φαρμάκων και χημικές ουσίες.

Τα βακτήρια είναι οι συχνότεροι, σημαντικότεροι και πιο επικίνδυνοι παθογόνοι μικροοργανισμοί που επηρεάζουν την ποιότητα του κρέατος. Αλλά προκαλούν τροφογενείς λοιμώξεις και άλλα διασπούν τα διάφορα συστατικά του κρέατος με αποτέλεσμα να αλλάζουν η όψη, η γεύση και η οσμή του. Έχουν ιδιαίτερη «προτίμηση» σε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, όπως είναι κατ' εξοχήν τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.

Αναλυτικά:

Clostridium pertringens: Είναι παθογόνο βακτήρια που σχετίζεται με γεύματα τα οποία περιέχουν κρέατα και σάλτσες. H παρουσία του οφείλεται σε ακατάλληλο θερμοκρασιακό χειρισμό τους, όπως είναι η αργή ψύξη (δηλαδή η παραμονή επί μακρόν σε σχετικά χαμηλή θερμοκρασία) και η ατελής επαναθέρμανσή τους. Προκαλεί λοίμωξη που οφείλεται στην παραγωγή τοξίνης στον γαστρεντερικό σωλήνα του ανθρώπου. Τα κύρια συμπτώματα είναι κοιλιακό άλγος, διάρροια, ναυτία και ενίοτε εμετό. Ο μόνος τρόπος προστασίας των τροφίμων από την ανάπτυξη του C. perfringens είναι η ταχεία θέρμανση και ψύξη τους.

Σαλμονέλα: Αποτελούν το συχνότερο αίτιο τροφογενών λοιμώξεων, με συχνότητα η οποία τα τελευταία χρόνια αυξάνεται συνεχώς. Βρίσκονται σε διάφορα τρόφιμα, όπως νωπά κρέατα, πουλερικά, ιχθυηρά (οστρακοειδή που αλιεύονται σε μολυσμένες θάλασσες), αβγά, γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, χοιρινό κ.ά. Οι σαλμονέλες χωρίζονται σε τρεις ομάδες: 1. Σαλμονέλες προσαρμοσμένες μόνο στον άνθρωπο (S. typhi, S. parathyphi Α, S. sendai) - δεν είναι παθογόνες για τα ζώα -, που ευθύνονται για τον τύφο και τον παράτυφο. 2. Σαλμονέλες που προσβάλλουν και τον άνθρωπο και τα ζώα (S. thyphimurium, S. enteritidis) και ευθύνονται για την κλασική τροφική δηλητηρίαση από σαλμονέλα, για τη διάρροια των ταξιδιωτών και για τη βρεφική διάρροια. 3. Σαλμονέλες που προσβάλλουν κυρίως τα ζώα και τα πτηνά (S. abortus-ονίs, S. gallinarum, S. choleraesuis) - σπανίως προσβάλλουν τον άνθρωπο και όταν αυτό συμβεί τα συμπτώματα είναι πολύ ήπια.

Η μετάδοση των σαλμονελών στα τρόφιμα οφείλεται συνήθως σε επιμόλυνση των μαγειρεμένων ή παστεριωμένων ή άλλως πώς θερμικά επεξεργασμένων τροφίμων από μολυσμένα εργαλεία κουζίνας (μαχαίρια) ή από μολυσμένους χειριστές (ανθρώπους που είναι φορείς και τα πιάνουν). Τα αβγά όρνιθας θεωρούνται το πιο επικίνδυνο τρόφιμο για τη μετάδοση σαλμονελών και μάλιστα της S. enteritidis. Η προστασία από τη σαλμονέλωση γίνεται με καλό ψήσιμο των τροφίμων, με αυστηρή τήρηση όλων των κανόνων προσωπικής υγιεινής, με καλό καθαρισμό και απολύμανση όλων των επιφανειών που έρχονται σε επαφή με τα τρόφιμα.

Escherichia coli: Ανήκει στα εντεροβακτηριοειδή και ανευρίσκεται συχνότερα σε νωπά τρόφιμα ζωικής προέλευσης (γάλα, κόκκινα κρέατα, πουλερικά) ή σε ατελώς επεξεργασμένα τρόφιμα. Η εντεροτοξικογόνος Ε. coli προκαλεί συμπτώματα των οποίων η σοβαρότητα εξαρτάται από τις παραγόμενες τοξίνες. Η εμφάνιση των συμπτωμάτων είναι αιφνίδια και οξεία με κύριο χαρακτηριστικό την υδαρή διάρροια η οποία συνοδεύεται από έμετο και επιγάστριο άλγος. Η πυρεξία (πυρετός) είναι σπάνια, αλλά η αφυδάτωση συνήθης και έντονη, με αποτέλεσμα, εφόσον καθυστερήσει η θεραπεία, να απειλείται η ζωή. H εντερογόνος Ε. coli προκαλεί επίμονη μεγάλης διάρκειας εκκριτική διάρροια με σοβαρή εντερίτιδα. Τα συμπτώματα εμφανίζονται σε 12-36 ώρες.

Λιστέρια (Lίsteria monocytogenes): Βακτηρίδιο που συνηθέστερα βρίσκεται σε νωπά και κατεψυγμένα κρέατα και πουλερικά, μη παστεριωμένα γαλακτοκομικά ή προϊόντα που υφίστανται ωρίμανση (μαλακά τυριά, παγωτά, νωπό γάλα, κρέμα, βούτυρο) αλλά και σε ωμά λαχανικά (λάχανο, μαρούλι), ιχθυηρά κ.ά. Η λιστερίωση είναι η λοίμωξη που προκαλεί στους μεν (ανοσολογικά) υγιείς ενηλίκους συμπτώματα από το γαστρεντερικό σύστημα, στους δε ανοσοκατεσταλμένους, στους ηλικιωμένους και στα μικρά παιδιά σηψαιμία, μηνιγγίτιδα, εγκεφαλίτιδα και γενικά απειλεί επικίνδυνα τη ζωή τους.

Staphylococcιιs aureus: Η σταφυλοκοκκική τροφική δηλητηρίαση είναι λοίμωξη που οφείλεται στον παθογόνο μικροοργανισμό stαρhylοcοccυs aureus, ο οποίος απoτελεί μεγάλο πρόβλημα της κτηνοτροφίας και της βιομηχανίας τροφίμων ζωικής προέλευσης. Τα τρόφιμα που συχνότερα ενοχοποιούνται για αυτή την τροφική δηλητηρίαση είναι το κρέας και τα κρεατοσκευάσματα, τα πουλερικά και τα αβγά, το γάλα και τα γαλακτοκομικά, σάντουιτς με γέμιση κοτόπουλου, γαλοπούλας, τόνου κ.ά.

Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι ναυτία, έμετος, επιγάστριος σπασμός και σωματική εξάντληση. Σε σοβαρότερα περιστατικά μπορεί να συνυπάρχουν κεφαλαλγία, μυϊκοί σπασμοί, αιφνίδιες μεταβολές της πίεσης του αίματος και των σφυγμών. Στην εκδήλωση της τροφικής αυτής δηλητηρίασης συμβάλλων εκτός άλλων η ατελής ψύξη των τροφίμων, η παραμονή τους επί μακρόν σε Θερμοκρασία δωματίου, το ατελές ψήσιμο ή η ατελής επαναθέρμανσή τους και η μη τήρηση των βασικών κανόνων υγιεινής (πλύσιμο χεριών, πλύσιμο κουζινικών εργαλείων με ζεστό νερό και απορρυπαντικό).

Παράσιτα:

Τα παράσιτα αποτελούν σημαντικό βιολογικό παράγοντα ο οποίος προκαλεί τροφικές λοιμώξεις. 0ι τροφογενείς παρασιτώσεις με εξαίρεση την τοξοπλάσμωση (που οφείλεται σε πρωτόζωο) προκαλούνται από έλμινθες. Τα ωμά ή ατελώς ψημένα τρόφιμα αποτελούν πολύ καλό μέσο μετάδοσης των ελμινθιάσεων. Συνήθως πιο φορτωμένα με έλμινθες είναι τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, ενώ στις ανεπτυγμένες χώρες οι τροφογενείς ελμινθιάσεις οφείλονται στις ιδιαίτερες διαιτητικές συνήθειες (π.χ. προτίμηση των Γάλλων και των Αγγλοσαξόνων στα ωμά ή μισοψημένα κρέατα, προτίμηση των Σκανδιναβών στα ωμά μαριναρισμένα ψάρια, προτίμηση των Γιαπωνέζων στο σούστ). 0ι ελμινθιάσεις συνήθως σχετίζονται με κατανάλωση κρέατος παραγωγικών ζώων (βόειο, χοιρινό, αρνίσιο, ιχθύων). Αναλυτικά:

Trichinella spiralis: Παρασιτεί στο μυϊκό σύστημα διαφόρων κατοικιδίων ή άγριων ζώων, κυρίως δε του χοίρου, και προσβάλλει τον άνθρωπο προκαλώντας παρασιτική νόσο που είναι γνωστή ως τριχίνωση ή τριχινέλωση. Μεταδίδεται στον άνθρωπο αποκλειστικά τροφογενώς και κυρίως με το χοιρινό κρέας (φρέσκα χοιρινά λουκάνικα αλλά και τα αποξηραμένα ή καπνιστά λουκάνικα) και σπανιότερα με κρέας άλλων ειδών. Οι χοίροι μολύνονται όταν χρησιμοποιούνται για τη διατροφή τους απορριπτόμενα τεμάχια κρέατος ή απορρίμματα. Τα τελευταία χρόνια η τριχινέλωση έχει μειωθεί εξαιτίας της αλλαγής του τρόπου εκτροφής των χοίρων και των μέτρων προφύλαξης στα σφαγεία κατά τον έλεγχο των σφαγίων (τριχινοσκόπηση). Στην τριχινέλωση παρατηρούνται μυαλγία, πυρετός, περιφερικό οίδημα, πετεχειακές αιμορραγίες και ευαισθησία των μυών.

Τοξόπλασμα: Ο άνθρωπος μολύνεται κυρίως είτε από την κατανάλωση ατελώς ψημένου ή ωμού κρέατος ζώου μολυσμένου με τοξόπλασμα (ή λαχανικών μολυσμένων με κόπρανα γάτας - επίκτητη τοξοπλάσμωση) είτε κατά την εμβρυϊκή ζωή όταν η μητέρα μολυνθεί στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης με τοξόπλασμα (συγγενής τoξοπλάσμωση). Η συγγενής τοξοπλάσμωση μπορεί να προκαλέσει μόνιμες βλάβες του εμβρύου (ασβεστοποιήσεις στον εγκέφαλο, χοριοαμφιβληστροειδίτιδα, ηπατοσπληνομεγαλία, ηπατική ανεπάρκεια, υδροκεφαλία, μικροκεφαλία και ψυχοκινητικές διαταραχές). Τα μισοψημένα κρατικά είναι πολύ επικίνδυνα, γι' αυτό ιδίως στις εγκύους προτείνεται να μην καταναλώνουν ωμά ή ατελώς ψημένα κρέατα.

Κατάλοιπα

Τα κατάλοιπα αποτελούν εν δυνάμει κίνδυνο μια τον άνθρωπο.

Είναι ό,τι μένει στο κρέας από φάρμακα που χορηγήθηκαν άμεσα στα ζώα (είτε για θεραπεία είτε για πρόληψη ασθενειών είτε παρανόμως ως αυξητικοί παράγοντες) ή έλαβαν έμμεσα τα ζώα (όταν βοσκούν στους αγρούς ή όταν τρώνε τροφές, δημητριακά ή καρπούς επιβαρημένα με φυτοφάρμακα και βιοκτόνα).

Αντιβιοτικά: Μεγάλη ποικιλία αντιβιοτικών χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς, προληπτικούς και αυξητικούς σκοπούς στην εκτροφή των παραγωγικών ζώων. Υπολογίζεται ότι η συνολική ποσότητα των αντιβιοτικών ουσιών που χρησιμοποιούνται ως αυξητικοί παράγοντες είναι τέσσερις-πέντε φορές μεγαλύτερη από εκείνη που χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς στον άνθρωπο! Η χρήση των αντιβιοτικών αυξήθηκε κατά 1.500% τα τελευταία 30 χρόνια. Στην πτηνοτροφία χορηγούνται στα κοτόπουλα αντιβιοτικά για την ταχύτερη αύξηση του βάρους τους και για την αντιμετώπιση ασθενειών που αναπτύσσονται κατά κόρού στα εκτροφεία. Οι φόβοι για τη δημιουργία ανθεκτικών στελεχών μικροοργανισμών διατυπώθηκαν ήδη από το 1960 με αποτέλεσμα το 1969 να προταθεί η απαγόρευση προσθήκης στις ζωοτροφές ως αυξητικών παραγόντων αντιβιοτικών που χρησιμοποιούνται ως θεραπευτικοί παράγοντες για τον άνθρωπο ή τα ζώα ώστε να μην εξουδετερώνεται η θεραπευτική δράση των συνταγογραφούμενων αντιβιοτικών και να αποφευχθεί η δημιουργία ανθεκτικών στελεχών παθογόνων. Έτσι, απαγορεύθηκε η χρήση χλωροτετρακυκλίνης, οξυτετρακυκλίνης, πενικιλίνης, τυλοζίνης και των σουλφαμιδών ως αυξητικών παραγόντων, με το σκεπτικό ότι εγκυμονούσαν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων.

Ορμόνες: Η χρήση της βόειας σωματοτρόπου ορμόνης (BST) - ανακαλύφθηκε το 1930 και είναι μια πρωτεϊνικής φύσεως ορμόνη που παράγεται από το πρόσθιο τμήμα της υπόφυσης - στα βοοειδή έχει άμεσες επιδράσεις στον μεταβολισμό και στην παραγωγή γάλακτος. Γι' αυτό άρχισε η χορήγηση ενέσιμης BST στα βοοειδή για την αύξηση της γαλακτοπαραγωγής και του σωματικού βάρους. Αρχικά χορηγείτο BST που προερχόταν από εκχύλισμα υπόφυσης σφαγίων βοοειδών, αλλά οι ποσότητες δεν επαρκούσαν για εκτεταμένη χρήση και η βιοτεχνολογία οδήγησε στην παραγωγή της rBST, η χρήση της οποίας εγκρίθηκε από τον FDA (Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ) το 1994 και έκτοτε χρησιμοποιείται ευρέως στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες 24 (Ρουμανία, Τσεχία, Ρωσία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ουκρανία, Τζαμάικα, Τουρκία, Βουλγαρία, Νότια Αφρική, Ζιμπάμπουε, Κένυα, Βραζιλία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κ.α.). Ο Καναδάς και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επιτρέπουν (επίσημα) τη χρήση BST λόγω έντονων ανησυχιών για τις πιθανές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Γι' αυτό ως το 1999 απαγόρευαν την εισαγωγή κρεάτων από χώρες όπου επιτρέπεται η χρήση της, στη συνέχεια επετράπη με παράλληλη αναφορά των συγκεκριμένων εκτροφών ως προς τα όρια της ορμόνης που περιέχεται στο κρέας, αλλά και πάλι απαγορεύθηκε η εισαγωγή - κάτι που ισχύει ως σήμερα. Το μεγάλο ερώτημα αφορά την IGF-1 (αυξητικός παράγοντας) και τον ρόλο της στην καρκινογένεση. Η χορήγηση της rΒSΤ στις αγελάδες φαίνεται ότι αυξάνει τα επίπεδα τής IGF-1 στο γάλα με πιθανό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη, του μαστού και ίσως του εντέρου. Επίσης η χορήγηση της rBST πιθανόν να μεταβάλλει τη σύσταση των πρωτεϊνών του γάλακτος με παρεπόμενο αλλεργικές αντιδράσεις, ενώ προκαλεί και χρόνιες μαστίτιδες στις γαλακτοπαραγωγούς αγελάδες με αποτέλεσμα να υποβάλλονται σε θεραπείες με αντιβιοτικά επί μακρόν (κατά συνέπεια υψηλές συγκεντρώσεις αντιβιοτικών στο γάλα και δημιουργία ανθεκτικών βακτηρίων).

Διοξίνες πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs): Ανήκουν στις πλέον τοξικές χημικές ουσίες, παράγονται κατά την καύση χλωριωμένων ενώσεων με υδρογονάνθρακες και ουσιαστικά αποτελούν υποπροϊόντα της βιομηχανίας παραγωγής χημικών ουσιών. Είναι περιβαλλοντικοί ρυπαντές και έτσι εύκολα εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα. Ανιχνεύονται κυρίως σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης, συσσωρεύονται στον λιπώδη ιστό των παραγωγικών ζώων και των ιχθυηρών, ενώ περνούν στον άνθρωπο με την κατανάλωση αυτών των τροφίμων. Οι διοξίνες και ιδιαίτερα το ισομερές TCDD είναι ισχυρότατα δηλητήρια με πολλαπλές τοξικές επιδράσεις στον μεταβολισμό, με σίγουρη καρκινογόνο δράση στα πειραματόζωα και πιθανότατα καρκινογόνα για τον άνθρωπο (Εθνικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ασφάλειας και Υγείας των ΗΠΑ). Το 1999 ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο που ξεκίνησε από το Βέλγιο με την ανίχνευση διοξινών σε κοτόπουλα. Ετσι, ξαφνικά ανακαλύψαμε ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει μηχανισμός καταγραφής των πηγών διοξινών ούτε παρακολούθησης των συγκεντρώσεων διοξινών στο περιβάλλον, στα ζώα και στον άνθρωπο - έκτοτε ορίστηκαν δύο εργαστήρια για σχετικές αναλύσεις. Την εποχή της «κρίσης των διοξινών» έγιναν μετρήσεις ελληνικών προϊόντων (αρνίσιο, κατσικίσιο κρέας, γιαούρτι, φέτα κ.ά.) σε εργαστήρια του εξωτερικού και ανιχνεύθηκαν συγκεντρώσεις διοξινών.

Νόσος των τρελών αγελάδων: Η πασίγνωστη πλέον σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (BSE) έκανε την εμφάνισή της στο τέλος της δεκαετίας του '80 (αποτέλεσμα της εντατικής εκτροφής και της κερδοσκοπίας - εμφανίστηκε το 1986, έφερε τον μεγάλο πανικό το 1996 και έκτοτε συνεχίζει να είναι ο φόβος και ο τρόμος του καταναλωτή). Η εμφάνιση της «νόσου των τρελών αγελάδων» είναι αποτέλεσμα της απρόβλεπτης συμπεριφοράς ενός βιολογικού παράγοντα, της πρωτεΐνης prion - ουσιαστικά ακόμη άγνωστου -, που η επιστήμη πίστευε ότι ο λεγόμενος «φραγμός των ειδών» (specίes barrier) θα τον περιόριζε μόνο σε ορισμένα είδη ζώων. O κίνδυνος μετάδοσης της ΒSΕ στον άνθρωπο με μολυσμένο κρέας βοοειδών δεν έχει συνδεθεί ως τώρα με τον μυϊκό ιστό του κρέατος (ψαχνό) ούτε με το γάλα (συνεχίζονται οι έρευνες). Τα περιστατικά σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών στον άνθρωπο - νέα μορφή νόσου Creutzfeld-Jacob (variant-CJD) - έχουν κοινό χαρακτηριστικό την ασυνήθιστα νεαρή ηλικία των ασθενών (μέσος όρος ηλικίας: 29 έτη), την πλέον παρατεταμένη διάρκεια νόσησης και κλινική εικόνα διαφορετική από εκείνη της κλασικής σποραδικής νόσου CJD. Σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νέας μορφής τής Κρόιτσφελτ-Γιάκομπ παίζει το γενετικό προφίλ του ατόμου καθώς έχει διαπιστωθεί ότι όλα τα θύματα της νόσου ήταν «ομοζυγώτες μεθειονίνης στο κωδικόνιο 129 του γονιδίου της prion πρωτεΐνης», που σημαίνει ότι πρέπει να έχει κανείς γενετική προδιάθεση για να κινδυνεύει από την εκδήλωση της «νόσου των τρελών αγελάδων».

Συμβουλέs για την επιλογή

Μην αγοράζετε ασφράγιστα ζώα διότι μπορεί να είναι επικίνδυνα (ασθενή). Ακόμη και αν είναι υγιή, κατά τη μεταφορά μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα. Συχνά, στοιβαγμένα στις πλατφόρμες των φορτηγών κάποια σκάνε, όλα τα μικρόβια (σαπρόφυτα εντέρου κ.ά.) περνούν στο αίμα και καθώς δεν δεν γίνεται καλή αφαίμαξη καθιστώνται ακατάλληλα. Όσον αφορά τα αμνοερίφια, οι σφραγίδες που πρέπει να υπάρχουν είναι μία στρογγυλή του κτηνιατρικού ελέγχου, μία παραλληλόγραμμη που γράφει το είδος (π.χ. αμνός γάλακτος ή ερίφιο) και μία σε σχήμα ρόμβου με τη λέξη «εγχώριο». Και οι τρεις είναι χρώματος μπλε και αφορούν εγχώριο κατσίκι ή αρνί. Για τα εισαγόμένα από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντί της ρομβοειδούς σφραγίδας υπάρχει μία παραλληλόγραμμη που γράφει τη χώρα προέλευσης. Για τα εισαγόμένα από τρίτες χώρες πρέπει να υπάρχει σφραγίδα παραλληλόγραμμη που έχει ένδειξη εξωτερικού και είναι πράσινου χρώματος.

Το χοιρινό έχει μια επιπλέον σφραγίδα (εκτός των τριών) παραλληλόγραμμη που γράφει «ετριχινοοχοπήθη», δηλαδή ελέγχθηκε για trichίnella spiralis.

Τα κοτόπουλα επιβάλλεται να φέρουν ταμπέλα με ημερομηνία σφαγής (από τη στιγμή της σφαγής ως την ημέρα πώλησης μπορεί να παρέλθει πενθήμερο - διατηρησιμότητα πέντε ημερών). 0 καταναλωτής πρέπει να προσέχει όταν τα αγοράζει να είναι κανονικά ανεπτυγμένα (όχι καχεκτικά, γιατί μπορεί να σημαίνει ότι είχαν αρρωστήσει πρόσφατα), να μην έχουν μώλωπες, εκδορές, αιματώματα, μελανές κηλίδες.

Στο μοσχάρι, προσοχή στη σφράγιση που δείχνει ότι έγινε κτηνιατρικός υγειονομικός έλεγχος και στο επκετάζ (που δείχνει τον αριθμό του ζώου, τη χώρα προέλευσης, τη χώρα σφαγής κ.ά.). Το χρώμα του σφάγιου πρέπει να είναι ροδαλό και όχι ένιονα κόκκινο, κάτι που αποτελεί ένδειξη ότι δεν έγινε σωστά η αφαίμαξη.

Κατά πρώτο λόγο να προτιμάτε τα μοσχαράκια γάλακτος (ως οκτώ μηνών) και κατά δεύτερο λόγο ως 24 μηνών. Να ξέρετε ότι τα μικρής ηλικίας μοσχάρια είναι πιο ανοιχτόχρωμα και συνολικά οι μυϊκές μάζες είναι μικρότερες.

Το κρέας για τον έτοιμο κιμά πρέπει να κόβεται μπροστά μας. Ο κιμάς είναι τόσο ευπαθής ώστε θα πρέπει να τον αγοράζουμε λίγο προτού επιστρέψουμε στο σπίτι και να τον βάζουμε αμέσως στο ψυγείο. Στα κρέατα εντός συσκευασίας πρέπει να αναγράφονται η επωνυμία του εργαστηρίου τεμαχισμού (οβάλ σφραγίδα κτηνιατρικής έγκρισης), η ημερομηνία παρασκευής και ανάλωσης.

Το νωπό κρέας επιβάλλεται να συντηρείται σε προθήκες ψυγείων, ενώ το κατεψυγμένο σε θάλαμο κατάψυξης (-18 °C).

Γενικά η σάρκα του κρέατος πρέπει να είναι σφικτή, χωρίς γλίτσα, να έχει ευχάριστη μυρωδιά και να μην έχει οσμή αμμωνίας (ένδειξη αποσύνθεσης). Η τρυφερότητα του κρέατος είναι μεγαλύτερη όταν αυτό προέρχεται από το πίσω μέρος του ζώου και όσο πιο μικρή είναι η ηλικία του ζώου.

Μετά την αγορά του κρέατος

Το κρέας πρέπει να μεταφέρεται αμέσως μετά την αγορά του στο σπίτι ώστε να μην αφήνουμε χρόνο στους μικροοργανισμούς (κανένα τρόφιμο δεν είναι στείρο μικροβιακού φορτίου) να πολλαπλασιαστούν.

Μην τοποθετείτε το κρέας τυλιγμένο στο χαρτί του κρεοπωλείου στα πάνω ράφια του ψυγείου. Ενδέχεται να στάξει και να μολύνει άλλα τρόφιμα που βρίσκονται ξεσκέπαστα από κάτω.

Μαχαίρι, σανίδα και οποιοδήποτε σκεύος χρησιμοποιήθηκε για το κρέας πρέπει να πλένεται με ζεστό νερό και απορρυπαντικό απαραιτήτως.

Για την καλή συντήρηση του νωπού κρέατος θα πρέπει να προσέξουμε: το ψυγείο να είναι πάντα καθαρό, η θερμοκρασία να κυμαίνεται περί τους 1-4°C, η υγρασία του θαλάμου να είναι περί το 80%-85%ο. 0ι παράγοντες αυτοί (θερμοκρασία και υγρασία) πρέπει να διατηρούνται κατά το δυνατόν σταθεροί, κάτι που επιτυγχάνεται αν ανοιγοκλείνουμε το ψυγείο μόνο όταν είναι απαραίτητο και μένει ανοιχτό όσο γίνεται λιγότερο χρόνο.

0 χρόνος που μπορεί να συντηρηθεί ένα κομμάτι νωπού κρέατος στο ψυγείο εξαρτάται από τον χρόνο που μεσολάβησε από το σφαγείο ως τη στιγμή που αγοράστηκε. Αν το κρέας είναι φρεσκοσφαγμένο, μπορούμε να ξεπεράσουμε (για το μοσχαρίσιο κρέας) τις 10-12 ημέρες. Όταν είναι σιτεμένο, δεν Θα πρέπει να ξεπερνά τις 2-3 ημέρες. Μεγαλύτερη προσοχή χρειάζεται το χοιρινό, που o χρόνος συντήρησής του είναι ο μισός του μοσχαρίσιου.

Για την καλή συντήρηση του κατεψυγμένου κρέατος πρέπει να προσέξουμε: η θερμοκρασία του ψυχροθαλάμου να είναι τουλάχιστον -15°C και ουδέποτε να φθάνει πάνω από τους -12°C, να μην τοποθετούμε ξανά στον καταψύκτη πλήρως αποψυγμένο κρέας.

Τα μεγάλα κομμάτια κρέατος να ψήνονται ως το βάθος. Πρέπει να τα τσιμπάμε με πιρούνια και να προσέχουμε να μη βγαίνει καθόλου αίμα.

Ειδικά μια το μοσχαρίσιο κρέας - για καλό και για κακό, λόγω της BSE - να προτιμάτε το βράσιμο και όχι το ψήσιμο. Αν σας αρέσει το ψητό, να βράζετε πρώτα το κρέας και μετά να το βάζετε στον φούρνο για να ροδίσει ή στη σχάρα. Αποφεύγετε τις σούπες με κόκαλο βοδινού. Με το ψήσιμο στα κάρβουνα αυξάνεται ο κίνδυνος καρκίνου γιατί παράγονται πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες που είναι καρκινογόνες ουσίες. Γι' αυτό, αν και είναι νοστιμότατο το κρέας στα κάρβουνα, πρέπει να το τρώμε με μέτρο. Πάντως ο κίνδυνος μειώνεται με τη χρήση μπόλικου λεμονιού κατά τη διάρκεια του ψησίματος του κρέατος, όπως και με προσθήκη δενδρολίβανου κ.ά.