Θρόμβος: Συνδετικός κρίκος στεφανιαίας νόσου και αιφνιδίου θανάτου

Η εμπειρία και η επιστημονική εξέλιξη τωv τελευταίων 30 ετών έδειξαν ότι επικίνδυνες και θανατηφόρες δεν είναι οι μεγάλες αθηρωματικές πλάκες που αποφράσσουν τον αυλό της στεφανιαίας αρτηρίας (πλάκες με διάμετρο άνω του 70% του αυλού της αρτηρίας), αλλά κυρίως οι μικρές πλάκες (στενώσεις), που πολλές φορές δεν αποκαλύπτονται ούτε και με τη στεφανιογραφία.

Οι μεγάλες στενώσεις που προκαλούν απόφραξη του αυλού της αρτηρίας άνω του 70% της διαμέτρου του είναι υπεύθυνες μόνο για το 15% των οξέων εμφραγμάτων και ασταθούς στηθάγχης.

Για το 85% των επεισοδίων υπεύθυνες είναι οι μικρές και ασυμπτωματικές πλάκες, δηλαδή οι στενώσεις που δεν προκαλούν υποκειμενικά ενοχλήματα.

Έτσι εξηγείται για το πώς ένας άνθρωπος με φυσιολογικές όλες τις καρδιολογικές εργαστηριακές εξετάσεις του μπορεί να παρουσιάσει καρδιακό επεισόδιο.

Ο κίνδυνος δεν βρίσκεται στο μέγεθος της αθηρωματικής  πλάκας και της στένωσης την οποία η πλάκα προκαλεί. Το μυστικό βρίσκεται στο πάχος και τη στερεότητα της κάψας, η οποία περιβάλλει τον πυρήνα της πλάκας, που είναι γεμάτος από λιποειδείς ουσίες και χοληστερίνη.

Τό έμφραγμα μυοκαρδίου αλλά και τα άλλα οξέα στεφανιαία σύνδρομα (ΟΣΣ) δημιουργούνται από τη ρήξη της αθηρωματικής πλάκας, την ενεργοποίηση του μηχανισμού πήξης, το σχηματισμό θρόμβου και την επακόλουθη ολική απόφραξη του στεφανιαίου αγγείου.

Η οξεία μεταβολή της πλάκας δεν σχετίζεται με το βαθμό της στένωσης που προκαλεί στον αυλό του στεφανιαίου αγγείου, αλλά με τη σύνθεσή της. Μια μαλακή πλάκα υπόκειται πιο εύκολα σε ρήξη ή τραυματισμό που οδηγεί σε μια διαδικασία ενεργοποίησης, προσκόλλησης και συσσώρευσης των αιμοπεταλίων. Στη συνέχεια η έκλυση αγγειοσυσπαστικών παραγόντων από το ενδοθήλιο (κατά κύριο λόγο θρομβοξάνης Α2, σεροτονίνης, ADP, θρομβίνης, παράγοντα TNF) σε βάρος των αγγειοδιασταλτικών παραγόντων (EDRF, PGL2, T-PA) έχει ως τελικό αποτέλεσμα την αγγειοσύσπαση και θρόμβωση.

Κατά κανόνα οι μεγάλες πλάκες είναι ανθεκτικότερες. Κατά τη διάρκεια της αύξησης του μεγέθους της πλάκας, η κάψα που την περιβάλλει σπάει και δημιουργεί αιφνίδια απόφραξη της αρτηρίας, δηλαδή το έμφραγμα του μυοκαρδίου. Έτσι, όταν οι πλάκες έχουν πλέον γίνει μεγάλες, έχουν ήδη δώσει επιτυχείς εξετάσεις ανθεκτικότητας κατά τη διάρκεια της αύξησης τους. Έχουν κατά συνέπεια ισχυρή, σταθερή και ανθεκτική κάψα, που περιβάλλει τον πυρήνα τους.

Η ρήξη της κάψας, που γίνεται συνήθως στο λεπτότερο και πιο αδύνατο σημείο της, συνοδεύεται από τη δημιουργία θρόμβου, ο οποίος παράγεται με την ενεργοποίηση των θρομβογόνων αιμοπεταλίων, που λαμβάνει χώρα πάνω στην ανώμαλη επιφάνεια της πλάκας. Ο θρόμβος αυτός επεκτείνεται εκτός της πλάκας και σιγά σιγά αποφράσσει τελείως την αρτηρία. Η απόφραξη αυτή της αρτηρίας δημιουργεί σταμάτημα της ροής του αίματος και οι περιοχές που αιματώνει η αρτηρία, νεκρώνονται. Έτσι δημιουργείται το έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Εν τούτοις, όμως, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο θάνατος επέρχεται πολλές φορές προτού εγκατασταθεί το έμφραγμα, προτού δηλαδή αποφραχθεί η αρτηρία, προτού ο ασθενής αισθανθεί οποιοδήποτε σύμπτωμα. Αυτό συμβαίνει γιατί τα κομμάτια του θρόμβου που αποσπώνται βομβαρδίζουν περιφερικά το μυοκάρδιο, προκαλώντας ασταθή ηλεκτρικά πεδία, με επακόλουθο να δημιουργείται ηλεκτρικό βραχυκύκλωμα στην καρδιά που οδηγεί στη θανατηφόρα αρρυθμία που ονομάζεται κοιλιακή μαρμαρυγή. Έτσι επέρχεται ο αιφνίδιος θάνατος, προτού καν ο ασθενής αισθανθεί πόνο στο στήθος ή οποιοδήποτε άλλο σύμπτωμα.