Η σχέση της κατάθλιψης με τη στεφανιαία νόσο και το έμφραγμα μυοκαρδίου

Η κατάθλιψη είναι συχνή σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο και θεωρείται ότι αυξάνει τον καρδιακό κίνδυνο, σε υγιή άτομα αλλά και σε ασθενείς με γνωστή στεφανιαία νόσο. Αναφέρεται ότι ο βαθμός του κινδύνου σε μείζονα κατάθλιψη είναι συγκρίσιμος με αυτόν που παρατηρήθηκε με άλλους γνωστούς παράγοντες κινδύνου και είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητος από αυτούς. Παρ’ όλα αυτά, αυτή η συσχέτιση απαιτεί προσεκτική τεκμηρίωση για να εξακριβωθεί τι είναι πραγματικότητα και τι φαντασία. Μερικές μελέτες δείχνουν ότι μετά μια καρδιακή προσβολή κατάθλιψη εμφανίσθηκε στο 33% περίπου των ασθενών, και μείζονα καταθλιπτικά συμπτώματα στο 15% περίπου των ασθενών. Άλλες μελέτες δείχνουν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου σε ποσοστό που κυμαίνονται από 17 έως 37%.

Τα συμπτώματα συχνά επιμένουν κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών και επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα της ζωής του ασθενούς, αλλά δεν υπάρχει τεκμηρίωση της αυξημένης καρδιακής θνησιμότητας. Ο κίνδυνος κατάθλιψης είναι διπλάσιος στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες.

Παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί

Η κατάθλιψη προκαλεί διέγερση με υπερλειτουργία του άξονα υποθαλάμου-επινεφριδίων, με αποτέλεσμα αύξηση των κορτικοστεροειδών και των κατεχολαμινών. Τα αυξημένα καρτικοστεροειδή ευοδώνουν την αθηροσκληρωτική διαδικασία που οδηγεί σε στένωση των στεφανιαίων αρτηριών από αύξηση της χοληστερόλης και των ελεύθερων λιπαρών οξέων στο αίμα. Η αύξηση των κατεχολαμινών μπορεί να προκαλέσει αύξηση της αρτηριακής πίεσης καθώς και ενεργοποίηση των αιμοπεταλίων με σχηματισμό θρόμβου πάνω στις αθηρωματικές πλάκες και μεγαλύτερη στένωση της αρτηρίας. Ο θρόμβος μπορεί να σχηματισθεί και να μεγαλώσει σε μικρό χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου. Η υπόθεση ότι η κατάθλιψη προκαλεί αυξημένη δραστηριότητα των αιμοπεταλίων του αίματος είναι βασική στη σχέση μεταξύ κατάθλιψης και θανάτου μετά από ισχαιμική καρδιοπάθεια.

Η επίδραση της κατάθλιψης στον κίνδυνο θανάτου μετά από ισχαιμική καρδιοπάθεια πρέπει υποθετικά να εξετάζεται υπό το φως της υπερβολικής έντασης στην οποία εκτίθεται το σώμα λόγω του στρες. Το να πάσχει κανείς ταυτόχρονα από καρδιοπάθεια και κατάθλιψη πρέπει να είναι μια από τις πιο έντονες από απόψεως στρες καταστάσεις στις οποίες μπορεί να βρεθεί ένα άτομο.

Θεραπεία

Υπάρχουν δύο βασικές ομάδες αντικαταθλιπτικών

  • Τα νεότερα αντικαταθλιπτικά

    • Εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) - θεραπεία πρώτης γραμμής

    • Αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης (SNRI) (διπλός μηχανισμός δράσης)

  • Τα παλαιότερα φάρμακα

    • Τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά φάρμακα

    • Αναστολείς ΜΑΟ.

Ο τύπος αντικαταθλιπτικού με την πιο ευρεία χρήση είναι οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης. Τα φάρμακα αυτά ενισχύουν την δράση της σεροτονίνης, ενός νευροδιαβιβαστή στον εγκέφαλο και είναι αποτελεσματικά στη θεραπεία ήπιας έως μέτριας κατάθλιψης.

Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης αποτελούν ένα μεγάλο βήμα προς την διαχείριση των καταθλιπτικών ασθενών με καρδιακή νόσο.

Κατάθλιψη και καρδιά: Αχώριστη σχέση

Ασθενείς με κατάθλιψη εμφανίζουν π.χ. αυξημένο δείκτη φλεγμονής και ενεργοποίησης των αιμοπεταλίων ή ελάττωση της μεταβλητότητας της καρδιακής συχνότητας. Δυστυχώς η κατάθλιψη –μπροστά στο καρδιαγγειακό πρόβλημα -υποδιαγιγνώσκεται και υποθεραπεύεται. Η εικόνα του ανθρώπου που φτάνει στο καρδιολογικό ιατρείο με συμπτώματα κατάθλιψης είναι συνήθως η ακόλουθη:

  • Έχει μειωμένα κίνητρα για συμπεριφορές υγείας: καπνίζει ή/και δεν κάνει σωματική άσκηση.

  • Η διατροφή του δεν είναι η ενδεδειγμένη.

  • Αισθάνεται κοινωνικά απομονωμένος.

  • Έχει χρόνιο άγχος για την επιβίωσή του.

  • Έχει χαμηλή αντίληψη συναισθηματικής υποστήριξης από τους οικείους του.

  • Έχει δυσλειτουργικούς μηχανισμούς άμυνας στο πρόβλημα της υγείας του (π.χ. άρνηση   αποδοχής της κατάστασης της υγείας του).

  • Δεν συμμορφώνεται στις οδηγίες του γιατρού.

  • Πάσχει από ανορεξία, απώλεια βάρους, προβλήματα ύπνου και μειωμένη ενέργεια.

  • Μπορεί να εμφανίζει συμπτώματα διαταραχής πανικού ή άγχους.