Μεσογειακή διατροφή και στεφανιαία νόσος
Όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, η ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων θα είχε παραταθεί, αν λάμβαναν υπόψη όλες τις έρευνες, παλαιές και πρόσφατες που έχουν δημοσιοποιηθεί και αποδεικνύουν ότι η μεσογειακή δίαιτα, είναι η πιο υγιεινή.
Πριν από μια γενεά, ο Aνσελ Kίις και οι συνεργάτες του, του Πανεπιστημίου της Mινεσότα, είχαν εξετάσει τη σχέση μεταξύ της διατροφής και της συχνότητας των καρδιοπαθειών σε διάφορες χώρες και διαπίστωσαν ότι άτομα που ζούσαν σε χώρες της Mεσογείου (συμπεριλαμβανομένης της Eλλάδος) πάθαιναν καρδιακές προσβολές και έχαναν τη ζωή τους από νόσο των στεφανιαίων αρτηριών σε ελάχιστο ποσοστό σε σύγκριση προς τους κατοίκους των δυτικών και βόρειων βιομηχανικών χωρών.
Οι διάφορες μελέτες που ακολούθησαν, επιβεβαίωσαν τις αρχικές παρατηρήσεις του δρα Kίις και απέδειξαν ότι οι θάνατοι από στεφανιαίες καρδιακές νόσους είναι πολύ σπανιότεροι στις χώρες της Mεσογείου συγκριτικώς προς τις χώρες της βόρειας Ευρώπης.
Η πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό Circulation της Aμερικανικής Eνωσης παρακολούθησε επί τέσσερα χρόνια περισσότερα από 400 άτομα, άνδρες και γυναίκες, στη Γαλλία, τα οποία είχαν πάθει ήδη μια καρδιακή προσβολή και διέτρεχαν τον κίνδυνο να πάθουν και δεύτερη. Περίπου στα μισά άτομα της μελέτης δόθηκε η συμβουλή να ακολουθήσουν μεσογειακού τύπου διατροφή, πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, ψάρι και όσπρια και στα άλλα μισά να ακολουθήσουν περισσότερο την παραδοσιακή διατροφή των δυτικών χωρών, η οποία ήταν συγκριτικώς πτωχή σε λίπη, σε κορεσμένες λιπαρές ύλες και χοληστερίνη. Τα άτομα τα οποία ακολούθησαν την παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή είχαν 50% έως 70% μικρότερη πιθανότητα σε σύγκριση με τα άτομα της άλλης ομάδας να αναπτύξουν καρδιακή νόσο για δεύτερη φορά. Ίσως το πιο εντυπωσιακό και γαστρονομικώς ευχάριστο χαρακτηριστικό της ενδεδειγμένης διατροφικής σύνθεσης που αναδύθηκε από τη μελέτη, είναι ότι δεν είναι τόσο η περιορισμένη ποσότητα των λιπαρών υλών, αλλά το είδος τους που μπορεί να προστατεύει την καρδιά. Οι θιασώτες της μεσογειακής διατροφής αντί να επιμένουν στην πλήρη αποφυγή κατανάλωσης λιπαρών υλών και ζωικών λιπαρών τροφών συστήνουν την κατά κύριο λόγο κατανάλωση ελαίων φυτικής προέλευσης με πρώτο και υγιεινότερο το ελαιόλαδο και έλαια από ξηρούς καρπούς και σπόρους, καθώς και ιχθυέλαια.
Πρέπει να επισημανθεί όμως ότι στην παραδοσιακή μεσογειακή (και βεβαίως στην ελληνική) διατροφή η χρησιμοποίηση κρέατος είναι μικρή συγκριτικά προς τη διατροφή των βόρειων χωρών.
Aντίθετα τα κύρια συστατικά της μεσογειακής διατροφής είναι λαχανικά, όσπρια, φρούτα, ξηροί καρποί και δημητριακά που προσφέρουν υδατάνθρακες.
Όλοι πλέον, γνωρίζουν, ότι το σύνθημα είναι επιστροφή στην Eλληνική διατροφή.
H παραδοσιακή ελληνική διατροφή επικρατούσε παλαιότερα στις διατροφικές συνήθειες των Eλλήνων και περιφρουρούσε την υγεία τους. Τα λαχανικά, φρέσκα ή μαγειρεμένα, τα φρούτα, το λάδι της ελιάς, τα όσπρια, τα δημητριακά, τα ψάρια και τα πουλερικά, μαζί με λίγα γαλακτοκομικά και λιγότερο κόκκινο κρέας, ήταν οι κύριες τροφές στο ελληνικό τραπέζι μέχρι τη δεκαετία του 1950. Έκτοτε όμως, ενώ οι βόρειοι Eυρωπαίοι και Aμερικανοί ανακάλυπταν την αξία της ελληνικής παραδοσιακής διατροφής, οι Έλληνες την εγκατέλειπαν προοδευτικά υιοθετώντας τα πρότυπα των βορείων. Tρώνε περισσότερο κόκκινο κρέας και βούτυρο, υδρογονωμένες λιπαρές ύλες (με trans συστατικά, παραπροϊόντα της υδρογόνωσης, που είναι επιβλαβή), περισσότερα γαλακτοκομικά και λιγότερα λαχανικά, φρούτα, δημητριακά και όσπρια, γεγονός που έχει αντίκτυπο στην υγεία και των παιδιών από ό,τι δείχνουν οι επιδημιολογικές στατιστικές για καρδιαγγειακές και άλλες παθήσεις.